Ο πρώτος πυλώνας της δράσης της Επιτρόπου, αφορά ιδιαίτερα τον ελεγκτικό της ρόλο και συγκεντρώνει τις δράσεις της που κατ’ εξοχήν σχετίζονται με τη λειτουργία της ως εθνικός οργανισμός ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Στα πλαίσια αυτού της του ρόλου, η Επίτροπος, εξετάζει και διατυπώνει άποψη για το βαθμό εναρμόνισης και συμβατότητας των εθνικών νομοθεσιών, αποφάσεων πολιτικής, διαδικασιών και πρακτικών με τη Σύμβαση των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού (εφεξής «Σύμβαση») και άλλες Διεθνείς Πράξεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και, παρεμβαίνει όπου κρίνει ότι υπάρχει απόκλιση. Η Επίτροπος αναπτύσσει επίσης στενή επικοινωνία και συνεργασία τόσο με την Εκτελεστική, όσο και με τη Νομοθετική Εξουσία, στα πλαίσια διαβούλευσης για την ετοιμασία Νομοσχεδίων και την εναρμόνισή τους με τη Σύμβαση.
Συμμετέχει – μετά από πρόσκληση – σε Κοινοβουλευτικές Επιτροπές και εκθέτει και καταθέτει γραπτώς θέσεις και εισηγήσεις της, για διάφορα θέματα που βρίσκονται στην ημερήσια διάταξη και αφορούν τα παιδιά, τόσο στα πλαίσια του νομοθετικού έργου όσο και του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Η Επίτροπος, έχει εκφράσει, κατά καιρούς, τον έντονό της προβληματισμό για το λόγο ότι, για πολύ σοβαρά θέματα καλείται να παρουσιαστεί σε Κοινοβουλευτικές Επιτροπές και να δώσει τις θέσεις και εισηγήσεις της, μέσα σε ένα στενό χρονικό ορίζοντα. Στις πλείστες των περιπτώσεων, για τη μελέτη ενός θέματος και τη σύνταξη σχετικού γραπτού Υπομνήματος προς την Κοινοβουλευτική Επιτροπή, έχει στη διάθεσή της, ένα περιθώριο που δεν υπερβαίνει τις δύο – τρεις μέρες. Ακόμη πιο έντονος είναι ο προβληματισμός της Επιτρόπου όσον αφορά τη μελέτη και αξιοποίηση των Υπομνημάτων από τα μέλη των Κοινοβουλευτικών Επιτροπών και γενικότερα το κοινοβουλευτικό σώμα.
Παράλληλα, η Επίτροπος παρεμβαίνει προς την Εκτελεστική Εξουσία για να επισημάνει στρεβλώσεις των νομοθεσιών, πολιτικών, διοικητικών πρακτικών και διαδικασιών, είτε αυτεπάγγελτα, είτε στα πλαίσια του μηχανισμού εξέτασης παραπόνων που υποβάλλονται στο ΓΕΠ.
Ο μηχανισμός εξέτασης παραπόνων, αποτελεί μία ανοικτή γραμμή επικοινωνίας, μεταξύ της Επιτρόπου και των πολιτών (ενηλίκων και παιδιών), και Μη Κυβερνητικών Οργανώσεων (ΜΚΟ). Αφού προηγηθεί διερεύνηση των παραπόνων, η Επίτροπος παρεμβαίνει προς τους αρμόδιους Υπουργούς, για αποκατάσταση της διασφάλισης των δικαιωμάτων των παιδιών. Σε περίπτωση που διαπιστωθούν αδυναμίες στο Σύστημα Διοίκησης οι οποίες απαιτούν ριζικότερες μεταρρυθμίσεις, η Επίτροπος ετοιμάζει και δημοσιοποιεί σχετική Θέση, Έκθεση ή Πόρισμα, ανάλογα με την περίπτωση.
Κάθε Θέση της Επιτρόπου καλύπτει ένα ευρύτερο θέμα που άπτεται των δικαιωμάτων του παιδιού κατά τρόπο αναλυτικό και ολοκληρωμένο, αντλώντας τόσο μέσα από τη σχετική βιβλιογραφία όσο και από τη διερεύνηση σχετικών παραπόνων. Από την άλλη, μέσα από τις Εκθέσεις, η Επίτροπος επικεντρώνει σε περιορισμένο αριθμό πτυχών ενός ευρύτερου θέματος, αντλώντας, κυρίως από τα αποτελέσματα διερεύνησης σχετικών παραπόνων. Τέλος, τα Πορίσματα της Επιτρόπου καλύπτουν τη διερεύνηση συγκεκριμένων, μεμονωμένων παραπόνων ή παραπόνων που αφορούν συγκεκριμένη πτυχή ενός ευρύτερου θέματος. Κατά καιρούς η Επίτροπος δημοσιοποιεί Τοποθετήσεις, οι οποίες αφορούν συγκεκριμένες πτυχές των δικαιωμάτων του παιδιού οι οποίες απασχολούν κατά το μάλλον ή ήττον την τρέχουσα επικαιρότητα χωρίς κατ’ ανάγκη να έχει προηγηθεί διερεύνηση σχετικού παραπόνου. Η Επίτροπος προωθεί, επίσης, την κύρωση Συμβάσεων που αφορούν παιδιά, από τη Δημοκρατία. Στα πλαίσια του ελεγκτικού της ρόλου, και σύμφωνα και με τις πρόνοιες της Σύμβασης και τους Κανόνες Διαδικασίας των Ηνωμένων Εθνών, η Επίτροπος, υποβάλλει Συμπληρωματικές Εκθέσεις, προς την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών, για τα Δικαιώματα του Παιδιού θέτοντας τις απόψεις της ως προς το βαθμό συμμόρφωσης ή μη, του Κράτους με τις Συστάσεις της εν λόγω Επιτροπής αναφορικά με την εφαρμογή της Σύμβασης από την Κυπριακή Δημοκρατία.