Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Μετάβαση στο περιεχόμενο

Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού

Ανεξάρτητος Εθνικός Οργανισμός Δικαιωμάτων του Παιδιού - Κύπρος

Παρουσίαση Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού,
Λήδας Κουρσουμπά,
ΣΥΝΕΔΡΙΟ ΟΜΕΡ – «Δημιουργικότητα και Μάθηση στη πρώτη Σχολική Ηλικία»
με θέμα
«Δικαιώματα του Παιδιού και Εκπαίδευση»,
Ευρωπαϊκό Πανεπιστήμιο Κύπρου,
Σάββατο 07 Μαΐου 2011
14:00 – 15: 30


Επιτρέψετε μου καταρχήν να ευχαριστήσω τους διοργανωτές του συνεδρίου και, ιδιαίτερα, την Δρ. Ελένη Λοΐζου, για την ευγενική τους πρόσκληση να συμμετέχω στις εργασίες του συνεδρίου του ΟΜΕΡ.

Η πρώιμη παιδική ηλικία, όπως, είμαι σίγουρη ότι πολύ καλά γνωρίζετε, είναι ιδιαίτερα σημαντική σε ότι αφορά την ανάπτυξη του παιδιού και τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Το μικρό της ηλικίας σε συνδυασμό με την πνευματική ανωριμότητα που χαρακτηρίζει τα παιδιά σε αυτό το στάδιο της ζωής τους, ορισμένες φορές, δυστυχώς, προβάλλει σαν δικαιολογία προκειμένου να τα αντιμετωπίζουν με περισσότερη αγάπη, αλλά όχι με αρκετή δόση σεβασμού στα δικαιώματα και την αξιοπρέπειά τους. Είναι για τούτο, ακριβώς, το λόγο που θεωρώ σημαντικό, επαγγελματίες που ασχολούνται με παιδιά και, δη, οι νηπιαγωγοί, να λαμβάνουν επιμόρφωση και να ευαισθητοποιούνται σε σχέση με τα δικαιώματα του παιδιού.

Στα πλαίσια της παρουσίασής μου θα επικεντρωθώ στα δικαιώματα του παιδιού κάνοντας ιδιαίτερη αναφορά στη Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού: Θα μιλήσω για τις ομάδες δικαιωμάτων, τις βασικές αρχές της Σύμβασης και, πολύ περιορισμένα, την έννοια των αναπτυσσομένων δεξιοτήτων του παιδιού.
Στη συνέχεια θα προσεγγίσω το θέμα των δικαιωμάτων του παιδιού στην πρώιμη παιδική ηλικία και πώς αυτά εφαρμόζονται στο χώρο της εκπαίδευσης. Τέλος θα μιλήσω, σε συντομία, για το σχολείο για παιδιά με δικαιώματα και θα κλείσω με αναφορά σε δικές μου δράσεις που συμβάλλουν στη δημιουργία ενός τέτοιου σχολείου.


Δικαιώματα του Παιδιού – Γενικά

«Όλοι οι άνθρωποι γεννιούνται ελεύθεροι και ίσοι στην αξιοπρέπεια και τα δικαιώματα. Είναι προικισμένοι με λογική και συνείδηση, και οφείλουν να συμπεριφέρονται μεταξύ τους με πνεύμα αδελφοσύνης.»
(Άρθρο 1 , Οικουμενική Διακήρυξη για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου).

Στο πρώτο άρθρο της Οικουμενικής Διακήρυξης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου που υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών καθίσταται σαφές ότι τα ανθρώπινα δικαιώματα είναι και δικαιώματα των παιδιών. Περαιτέρω, οι διεθνείς πράξεις με τις οποίες τα ανθρώπινα δικαιώματα ενσωματώθηκαν στο διεθνές δίκαιο, το Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα και το Διεθνές Σύμφωνο για τα Αστικά και Πολιτικά Δικαιώματα, σε κάθε περίπτωση δεν αφήνουν τα παιδιά εκτός των φορέων / δικαιούχων των δικαιωμάτων που κατοχυρώνουν.

Από τη στιγμή λοιπόν που οι διεθνείς πράξεις κατοχυρώνουν τα δικαιώματα κάθε ανθρώπου, περιλαμβανομένων των παιδιών εύλογα μπορεί να κάποιος να αναρωτηθεί «τότε γιατί δικαιώματα του παιδιού;» .

Τα δικαιώματα του παιδιού δεν είναι τίποτα περισσότερο και τίποτα λιγότερο από τα ανθρώπινα δικαιώματα, τα δικαιώματα που κάθε ανθρώπινο ον, ανεξάρτητα από την ηλικία του, έχει και δικαιούται να απολαμβάνει. Η διεθνής κοινότητα, αναγνωρίζοντας το ευάλωτο της παιδικής ηλικίας, θέλησε να ενισχύσει τα παιδιά με διεθνείς πράξεις με τις οποίες να καθίσταται σαφής η ανάγκη λήψης θεσμικών μέτρων και άλλων ενεργειών, για τη δημιουργία των συνθηκών εκείνων που να επιτρέπουν στα παιδιά να απολαμβάνουν πλήρως τα δικαιώματά τους.

Τo περιεχόμενο αυτών των πράξεων παρουσιάζει μάλιστα, στην πορεία του χρόνου, μια διαφοροποίηση η οποία σε μεγάλο βαθμό αποτυπώνει την εξέλιξη των κοινωνικών αντιλήψεων σε σχέση με το παιδί και την παιδικότητα.

Η πρώτη διεθνής πράξη με αναφορά τα δικαιώματα του παιδιού, υπήρξε η Διακήρυξη της Γενεύης για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η οποία υιοθετήθηκε από τη Γενική Συνέλευση της Κοινωνίας των Εθνών στις 26 Νοεμβρίου 1924. Μέσα από τις πέντε βασικές της αρχές η Διακήρυξη προσεγγίζει το παιδί περισσότερο ως «αντικείμενο παρέμβασης» παρά ως νομικό υποκείμενο.

Τρεις δεκαετίες αργότερα, η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Παιδιού, την οποία υιοθέτησε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 20 Νοεμβρίου 1959, αναφέρεται ρητά στο κείμενο της Διακήρυξης της Γενεύης του 1924. Η Διακήρυξη, περιλαμβάνει δέκα αρχές οι οποίες επικαλύπτουν τις πέντε αρχές της Διακήρυξης της Γενεύης, του 1924, και επεκτείνει το εύρος της προστασίας που παρέχεται στο παιδί ώστε να καλύπτεται στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό «η ανάγκη του παιδιού για ειδική φύλαξη και φροντίδα … λόγω της φυσικής και της πνευματικής του ανωριμότητας».

Τόσο η Διακήρυξη της Γενεύης όσο και η Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Παιδιού του 1959, εγκαθιδρύουν και προάγουν μια θεώρηση του παιδιού επικεντρωμένη στην πνευματική και βιολογική του ανωριμότητα. Πρόκειται για την ίδια πνευματική και βιολογική ανωριμότητα στην οποία συχνά πυκνά καταφεύγουμε, ακόμη και σήμερα, προκειμένου να αμφισβητήσουμε τη δυνατότητα των παιδιών να διαχειριστούν δικαιώματα και να αναλάβουν υπευθυνότητες. Στο επίπεδο όπου λαμβάνονται οι πολιτικές αποφάσεις η επικέντρωση αυτή σχετίζεται άμεσα με μια ευρέως διαδεδομένη, για δεκαετίες, άποψη, την οποία διατύπωσε, το 1959, ο Γάλλος Αντιπρόσωπος στην Επιτροπή Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων των Ηνωμένων Εθνών, σύμφωνα με την οποία «το παιδί δεν είναι σε θέση να εξασκήσει τα δικαιώματά του. Οι ενήλικοι τα εξασκούν εκ μέρους του. …Το παιδί έχει ειδικό νομικό καθεστώς το οποίο απορρέει από την ανικανότητά του να εξασκήσει τα ίδια του τα δικαιώματα» (αναφέρεται στο Freeman, 1998, σελ. 49).

Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού

Την πιο πάνω αντίληψη για το παιδί αμφισβήτησε έντονα, στο δεύτερο ήμισυ του εικοστού αιώνα, το κοινωνικό κίνημα για την προώθηση των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Το κίνημα αυτό προώθησε μια νέα θεώρηση του παιδιού βασισμένη στις αρχές των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων απαγκιστρωμένη από τη βιολογική και πνευματική του ανωριμότητα. Σύμφωνα με τη θεώρηση, που θεσμοθετήθηκε με την υιοθέτηση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, τα παιδιά είναι υποκείμενα δικαιωμάτων.

Η Σύμβαση, χωρίς να εγκαταλείπει πλήρως την προσέγγιση που θέλει το παιδί να έχει ανάγκη φροντίδας και προστασίας, το αναγνωρίζει ως φορέα αναπτυσσόμενης αυτονομίας. Στην αντίληψη της Σύμβασης, το παιδί είναι ολοκληρωμένη ανθρώπινη ύπαρξη δηλαδή, μοναδική, ανεπανάληπτη και ξεχωριστή προσωπικότητα με εγγενή αξιοπρέπεια και δικαιώματα. Επομένως, τα δικαιώματα των παιδιών δεν είναι το αποτέλεσμα φιλανθρωπίας ή μεγαλοψυχίας ή ο καρπός της αγάπης μας για αυτά. Αντίθετα, όπως και τα δικαιώματα των ενηλίκων, αποτελούν αναπόσπαστο και αναπαλλοτρίωτο συστατικό της ανθρώπινής τους φύσης.

Η Σύμβαση στα 54 της άρθρα, καθώς και σε δύο μεταγενέστερα Προαιρετικά Πρωτόκολλα, ασχολείται με ένα ευρύτατο φάσμα τομέων που αγγίζουν κάθε έκφανση της ζωής των παιδιών φιλοδοξώντας, «να προωθήσει και να προστατέψει τα δικαιώματα του παιδιού σε κάθε λεωφόρο της ζωής» (“Optional Protocols” 2000, Προοίμιο). Στο κείμενό της αποτυπώνεται μια συνολική, σε οικουμενικό επίπεδο, συνεννόηση, σε ότι αφορά τα δικαιώματα του παιδιού αλλά και σε ότι αφορά το τι το παιδί θα πρέπει να αναμένει από την κοινότητα και την ευρύτερη κοινωνία. Καθίσταται έτσι η πρώτη νομικά δεσμευτική διεθνής Πράξη η οποία ενσωματώνει το πλήρες εύρος των ανθρώπινων δικαιωμάτων – πολιτικών, πολιτιστικών, οικονομικών και κοινωνικών – σε ένα και μοναδικό κείμενο.

Συνοπτικά, τα Δικαιώματα του Παιδιού, όπως αυτά κατοχυρώνονται από τη Σύμβαση, καλύπτουν τρεις διαφορετικές κατηγορίες: Τα δικαιώματα Προστασίας, τα δικαιώματα Πρόνοιας και Παροχών και τα δικαιώματα Συμμετοχής (στα αγγλικά αναφέρονται ως τα τρία P: Protection/Provisions/ Participation).

· Τα δικαιώματα Προστασίας, μεταξύ άλλων, διασφαλίζουν την προστασία του παιδιού έναντι οποιασδήποτε μορφής διάκριση, εκμετάλλευση, σωματική ή άλλης μορφής κακοποίηση, αδικία ακόμη και προστασία από τη χρήση ουσιών ή από τις όποιες επιπτώσεις πολεμικών συρράξεων.
· Τα δικαιώματα Πρόνοιας και Παροχών καλύπτουν, μεταξύ άλλων, το δικαίωμα του παιδιού στην υγεία και την πρόσβασή του σε ιατροφαρμακευτική περίθαλψη, το δικαίωμά του στην εκπαίδευση, στην ψυχαγωγία, στον πολιτισμό, στον ελεύθερο χρόνο, σε ένα επαρκές βιοτικό επίπεδο, κτλ.
· Τέλος, τα δικαιώματα Συμμετοχής αφορούν στα δικαιώματα του παιδιού να απολαμβάνει, προοδευτικά και σε συνάρτηση με τη βιολογική και πνευματική του ωρίμανση και ανάπτυξη, ένα φάσμα πολιτικών, κοινωνικών και πολιτιστικών δικαιωμάτων, περιλαμβανομένων του δικαιώματος να διαμορφώνει μέσα από την αναζήτηση, λήψη και διάδοσης πληροφοριών, και να εκφράζει ελεύθερα την άποψή του (Άρθρα 12 και 13), το δικαίωμα για ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας (Άρθρο 14), το δικαίωμα να συνεταιρίζεται και να συνέρχεται ειρηνικά (Άρθρο 15) το δικαίωμα να εγγράφεται αμέσως μετά τη γέννησή του στο ληξιαρχείο, το δικαίωμα ονόματος και απόκτησης ιθαγένειας (Άρθρο 7), το δικαίωμα να διατηρεί την ταυτότητά του (Άρθρο 8).
Είναι σημαντικό να τονιστεί ότι, τα δικαιώματα του παιδιού, όπως αυτά περιλαμβάνονται στη Σύμβαση, είναι αλληλένδετα και παρουσιάζουν μια συνεκτική αλληλεξάρτηση. Αυτό σημαίνει ότι, οποιαδήποτε αποσπασματική ή μερική εφαρμογή των δικαιωμάτων του παιδιού δεν είναι συμβατή με το πνεύμα του κειμένου της Σύμβασης.

Η Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Παιδιού, το όργανο των Ηνωμένων Εθνών που είναι επιφορτισμένο με την παρακολούθηση της εφαρμογής της Σύμβασης σε κάθε κράτος μέλος, θέλοντας, ακριβώς, να υπογραμμίσει τον ενοποιητικό χαρακτήρα που διέπει τη Σύμβαση έχει καθορίσει 4 βασικές αρχές (που αντλούνται από τις πρόνοιες των Άρθρων 2, 3, 6 και 12) οι οποίες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη ως καθοδηγητικές για την εφαρμογή όλων των υπολοίπων Άρθρων της Σύμβασης ξεχωριστά. Τούτες είναι:

· Η Αρχή της Μη – Διάκρισης: Σύμφωνα με την αρχή αυτή, τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναγνωρίζουν την υποχρέωσή τους να εξασφαλίζουν ότι όλα τα παιδιά που βρίσκονται στην επικράτειά τους θα έχουν τη δυνατότητα να απολαύσουν τα δικαιώματά τους όπως αυτά κατοχυρώνονται στο κείμενο της Σύμβασης.
· Η Αρχή της Διασφάλισης του Συμφέροντος του Παιδιού: Σύμφωνα με την αρχή αυτή, κάθε ενέργεια που λαμβάνεται με σημείο αναφοράς το παιδί (ή κάποια ομάδα παιδιών) θα πρέπει να λαμβάνει πρώτα και πάνω από όλα υπόψη το συμφέρον του ίδιου του παιδιού (ή της ομάδας των παιδιών).
· Η Αρχή του Δικαιώματος στη Ζωή, στην Επιβίωση και στην Ανάπτυξη: Το δικαίωμα του παιδιού στη ζωή και την ανάπτυξη είναι ένα από τα θεμελιώδη δικαιώματά του. Τα Συμβαλλόμενα κράτη έχουν την υποχρέωση να λαμβάνουν όλα τα απαραίτητα μέτρα προκειμένου να διασφαλίζουν το εγγενές δικαίωμα του παιδιού στη ζωή.
· Η Αρχή της Συμμετοχής: Με βάση την αρχή αυτή, κάθε παιδί έχει δικαίωμα να λαμβάνει πληροφόρηση σχετικά με ότι το αφορά αλλά και να του παρέχονται όλες εκείνες οι ευκαιρίες που θα του επιτρέψουν να διαμορφώσει τις δικές του απόψεις σε σχέση με τα θέματα αυτά. Το παιδί θα πρέπει να έχει την ευκαιρία όχι μόνο να εκφέρει ελεύθερα τις απόψεις του αλλά αυτές να ακούγονται και να λαμβάνονται υπόψη, ανάλογα με την ηλικία και το βαθμό της ωριμότητάς του, στα πλαίσια των διαδικασιών λήψεως αποφάσεων.

Αναπτυσσόμενες δεξιότητες του Παιδιού/

Τα δικαιώματα του παιδιού στην πρώιμη παιδική ηλικία

Η Επιτροπή του ΟΗΕ για τα Δικαιώματα του Παιδιού τονίζει ότι τα παιδιά από τη γέννησή τους πρέπει να απολαμβάνουν όλο το εύρος των δικαιωμάτων που αναφέρονται στη Σύμβαση και η αξιοπρέπειά τους πρέπει να είναι σεβαστή από όλους. Η Σύμβαση, ενσωματώνοντας την έννοια «αναπτυσσόμενες ικανότητες του παιδιού» θέτει την υποχρέωση στους ενήλικες να καθοδηγούν και να υποστηρίζουν τα παιδιά, σύμφωνα με την ηλικία και το βαθμό ωριμότητάς τους, στην εξάσκηση και απόλαυση των δικαιωμάτων τους. Η συγκεκριμένη έννοια υποδηλώνει ότι το παιδί, τη στιγμή της γέννησής του, αν και τέλεια ανθρώπινη ύπαρξη - κι ως εκ τούτου ολοκληρωμένο υποκείμενο ανθρωπίνων δικαιωμάτων με εγγενή αξιοπρέπεια - εντούτοις, παρουσιάζει μια βιολογική και πνευματική ανωριμότητα η οποία καλύπτεται προοδευτικά ως αποτέλεσμα της ηλικιακής του ωρίμανσης και των εμπειριών της οποίες συσσωρεύει μέσα από την αλληλεπίδρασή του με το κοινωνικό και φυσικό του περιβάλλον .

Ο όρος «αναπτυσσόμενες ικανότητες του παιδιού» είναι κεντρικής σημασίας σε ότι αφορά την ισορροπία την οποία επιχειρεί να φέρει η Σύμβαση ανάμεσα, από τη μια, στην αναγνώριση του παιδιού ως ατόμου με αναπτυσσόμενη αυτονομία, πρωταγωνιστή στη ζωή του και, από την άλλη, στην ανάγκη του για προστασία. Υπογραμμίζει ακριβώς ότι η ευθύνη του Κράτους και των ατόμων που είναι υπεύθυνα για την ανατροφή του παιδιού είναι να του διασφαλίσουν ένα προστατευτικό και παράλληλα ενδυναμωτικό περιβάλλον μέσα στο οποίο, να μπορέσει, σταδιακά, να αναπτύξει το πλήρες φάσμα των δυνατοτήτων του αναλαμβάνοντας το ίδιο την ευθύνη για τη διαχείριση της ζωής του, φθάνοντας στην πλήρη αυτονομία.

Υπό το πιο πάνω πρίσμα, η πλήρης απόλαυση των δικαιωμάτων του παιδιού, πέραν από νομική υποχρέωση, συνιστά ουσιαστικά τον οδηγό που θα το βοηθήσει το κάθε παιδί να αναπτύξει το πλήρες φάσμα των ικανοτήτων του. Αυτό, και είναι ουσιαστικό νομίζω να το τονίσω καθώς απέναντι μου έχω νηπιαγωγούς, θα πρέπει να αρχίζει ήδη από την πρώιμη παιδική ηλικία.

Η πρώιμη παιδική ηλικία, σύμφωνα με την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, συνιστά μια κρίσιμη περίοδο για την υλοποίηση των Δικαιωμάτων του Παιδιού. Στην περίοδο αυτή, ανάμεσα σε άλλα, τα παιδιά βιώνουν την πιο ραγδαία περίοδο ανάπτυξης και αλλαγής στη ζωή τους, διαμορφώνουν ισχυρούς συναισθηματικούς δεσμούς με τους γονείς τους, εγκαθιδρύουν τις πρώτες τους σημαντικές σχέσεις με άλλα παιδιά, μέσα από τις οποίες μαθαίνουν να διαπραγματεύονται και να συντονίζουν κοινές δραστηριότητες και θέτουν τα θεμέλια πάνω στα οποία θα οικοδομηθεί η φυσική και νοητική τους υγεία, η συναισθηματική τους ασφάλεια, η πολιτιστική και προσωπική τους ταυτότητα.

Την ίδια αυτή περίοδο, τα παιδιά αρχίζουν ενεργά να προσδίδουν νόημα στο περιβάλλον τους και μαθαίνουν, προοδευτικά, μέσα από τη δραστηριοποίησή τους και την αλληλεπίδρασή τους, τόσο με άλλα παιδιά, όσο και με ενήλικες. Σημαντικό ρόλο στις εμπειρίες των παιδιών διαδραματίζουν, πέραν από τις συνθήκες μέσα στις οποίες μεγαλώνουν (φύλο, κοινωνική κατάσταση, οικογενειακή οργάνωση, εκπαιδευτικό σύστημα) οι κυρίαρχες πεποιθήσεις σε ότι αφορά στις ανάγκες και τον πρέποντα τρόπο χειρισμού τους αλλά και σε ότι αφορά στον ενεργό τους ρόλο στην οικογένεια και στην κοινότητα.

Η Επιτροπή ενθαρρύνει τα Συμβαλλόμενα Κράτη να οικοδομήσουν μια θετική ατζέντα για τα δικαιώματα στην πρώιμη παιδική ηλικία σημειώνοντας ότι για τούτο: «Απαιτείται μια μετατόπιση από παραδοσιακές πεποιθήσεις οι οποίες θεωρούν την πρώιμη παιδικότητα κυρίως ως μια περίοδο κοινωνικοποίησης του ανώριμου ανθρώπινου όντος με προορισμό τον ώριμο ενήλικα. [Σύμφωνα πάντα με την Επιτροπή] η Σύμβαση απαιτεί όπως τα παιδιά, περιλαμβανομένων και των πιο μικρών σε ηλικία, απολαμβάνουν σεβασμού ως άτομα καθ’ ολοκληρία. Τα μικρότερα παιδιά θα πρέπει να αναγνωρίζονται ως ενεργά μέλη των οικογενειών, των κοινοτήτων και της κοινωνίας, με τις δικές τους ανησυχίες, ενδιαφέροντα και απόψεις. Για την ενάσκηση των δικαιωμάτων τους, τα μικρότερα παιδιά έχουν συγκεκριμένες ανάγκες για φυσική στοργή, συναισθηματική φροντίδα και ευαίσθητη καθοδήγηση, όπως και χρόνο και χώρο για κοινωνικό παιχνίδι, εξερεύνηση και μάθηση» (Γενικό Σχόλιο, 7 παρ. 5).

Γίνεται αντιληπτό ότι , ο ρόλος των ενηλίκων με τους οποίους τα παιδιά αλληλεπιδρούν σε καθημερινή βάση στη διάρκεια της πρώιμης παιδικής ηλικίας - γονείς, ο στενός οικογενειακός κύκλος και εκπαιδευτικοί - ως προς την προσωπικότητα που θα διαμορφώσουν και ιδιαίτερα ως προς στο βαθμό που θα μάθουν να εξασκούν τα δικαιώματά τους και τις υπευθυνότητες που αυτά συνεπάγονται, είναι ουσιαστικός.

Με δεδομένο το χαρακτήρα του συνεδρίου, θα αφήσω κατά μέρος το ρόλο των γονιών και της ευρύτερης οικογένειας, επικεντρώνοντας στο ρόλο του σχολείου και δη του νηπιαγωγείου.

Ο ρόλος της εκπαίδευσης/Σχολείο για παιδιά με δικαιώματα

Το Πρώτο Γενικό Σχόλιο της Επιτροπής των Ηνωμένων Εθνών, το οποίο εκδόθηκε το 2001 και αναφέρεται στους στόχους της Εκπαίδευσης, σημειώνεται χαρακτηριστικά:

«Τα παιδιά δε χάνουν τα δικαιώματά τους διαβαίνοντας τις πύλες του σχολείου. Για τούτο, για παράδειγμα, η εκπαίδευση θα πρέπει να παρέχεται κατά τρόπο που να σέβεται την εγγενή αξιοπρέπεια του παιδιού και που να δίνει τη δυνατότητα στο παιδί να εκφράζει τις απόψεις του ελεύθερα σύμφωνα με το Άρθρο 12 (1) και να συμμετέχει στη ζωή του σχολείου».

Στο Έβδομο Γενικό της Σχόλιο, το οποίο αναφέρεται στα δικαιώματα του παιδιού στην πρώιμη παιδική ηλικία, η Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Παιδιού υποδεικνύει ότι το δικαίωμα στην εκπαίδευση, στην πρώιμη παιδική ηλικία, αρχίζει με τη γέννηση και είναι άμεσα συνυφασμένο με το δικαίωμα του παιδιού στη μέγιστη δυνατή ανάπτυξη, όπως αυτό καθορίζεται στο Άρθρο 29 (1) της Σύμβασης. Αυτό αναφέρει ότι «η εκπαίδευση του παιδιού θα πρέπει να στοχεύει στην ανάπτυξη της προσωπικότητάς του, των ταλέντων, και των νοητικών και πνευματικών του ικανοτήτων στο μέγιστο δυνατόν βαθμό».

Η Επιτροπή, παραπέμποντας στο Πρώτο Γενικό Σχόλιο της, σημειώνει ότι (και η Προσχολική) Εκπαίδευση πρέπει να έχει ως στόχο «την ενδυνάμωση του παιδιού αναπτύσσοντας του τις δεξιότητες, τις μαθησιακές και άλλες ικανότητες, την αξιοπρέπεια, την αυτο-εκτίμηση και την αυτο-πεποίθηση» και αυτό θα πρέπει να επιτευχθεί με τρόπους που να είναι παιδοκεντρικοί, φιλικοί προς το παιδί και να αντανακλούν τα δικαιώματα και την εγγενή αξιοπρέπεια του παιδιού (παράγραφος 2)».

Στο ίδιο Γενικό Σχόλιο, η Επιτροπή προτείνει όπως η εκπαίδευση στη διάρκεια της πρώιμης ηλικίας περιλαμβάνει την Εκπαίδευση στα Ανθρώπινα Δικαιώματα. Μια τέτοια εκπαίδευση, σύμφωνα με την Επιτροπή, θα πρέπει να ενδυναμώνει τα παιδιά, να ενισχύει τη συμμετοχή τους, παρέχοντας τους πρακτικές ευκαιρίες για να εξασκήσουν τα δικαιώματά τους και τις υποχρεώσεις τους κατά τρόπους που να είναι προσαρμοσμένοι στα ενδιαφέροντα, τις ανησυχίες και τις αναπτυσσόμενες τους ικανότητες.

Το σχολείο σε κάθε του μορφή είναι μια πολιτιστική διαδικασία και, εγγενώς, μια ηθική δραστηριότητα, υπό την έννοια ότι τα παιδιά, στα πλαίσιά του, εκτίθενται σε κοινωνικές αξίες και μαθαίνουν πώς τα ίδια αναμένεται να είναι και να δρουν ως μαθητές και ως πολίτες (Buzzeli, 1996, αναφέρεται στο Berthelsen, σελ. 191). Μέσα από το παράδειγμά τους, και μέσα από τις παιδαγωγικές που επιλέγουν και τις αξίες που εφαρμόζουν, τόσο στο πλαίσιο της διδακτικής τους πράξης όσο και στο επίπεδο των διαδικασιών που εγκαθιδρύουν και τη στάση που υιοθετούν στις σχέσεις τους με τους μαθητές τους, οι εκπαιδευτικοί, επηρεάζουν είτε άμεσα είτε έμμεσα τους μαθητές τους, μεταδίδοντας τους αξίες και καλλιεργώντας τους αντιλήψεις και στάσεις. Η διαμόρφωση δημοκρατικών πολιτών, πολιτών που θα συμμετέχουν ενεργά κατά τρόπο παραγωγικό και δημιουργικό στο επίπεδο της κοινότητας και της κοινωνίας ξεκινά μέσα στο σχολείο ήδη από την προσχολική ηλικία. Υιοθετώντας πρακτικές και διαδικασίες που εμπλέκουν τα παιδιά, με σεβασμό στα δικαιώματα και την εγγενή τους αξιοπρέπεια, ενδυναμώνοντας τα και ενισχύοντας την αυτο-εκτίμησή τους καθιστώντας τα ικανά να διαμορφώνουν ενεργητικά τη γνώμη τους και ελεύθερα να την εκφράζουν, οι εκπαιδευτικοί συμβάλλουν στη διαμόρφωση παιδιών που θα λειτουργούν ως δημοκρατικοί πολίτες προασπιζόμενοι τα δικαιώματά τους και σεβόμενοι απόλυτα τις υποχρεώσεις τους.

Το κεντρικό ζητούμενο είναι η δημιουργία και λειτουργία, ήδη από το επίπεδο της προσχολικής ηλικίας, ενός σχολείου για παιδιά με δικαιώματα. Ενός σχολείου που

· έχει ως κεντρικό άξονα της λειτουργίας του, τη Διασφάλιση του Συμφέροντος του Παιδιού
· είναι ανοιχτό σε όλα τα παιδιά, χωρίς καμιά διάκριση και μεταχειρίζεται όλα τα παιδιά με βάση την αρχή της Μη Διάκρισης
· οι μαθητές απολαμβάνουν πλήρους σεβασμού της αξιοπρέπειας και των δικαιωμάτων τους σε ένα πλαίσιο με μηδαμινή ανοχή σε οποιαδήποτε μορφή βίας
· οι μαθητές έχουν ουσιαστική συμμετοχή σε κάθε πτυχή της λειτουργίας του.
Με άλλα λόγια, είναι το σχολείο στο οποίο ο σεβασμός στα δικαιώματα του παιδιού αποτυπώνεται στον τρόπο οργάνωσης και λειτουργίας, στους στόχους που θέτει, το περιεχόμενο της ύλης που διδάσκει, στις μεθοδολογίες που ακολουθεί και στις δραστηριότητες που αναπτύσσει.

Ο στόχος για τη δημιουργία ενός σχολείου για παιδιά με δικαιώματα θα πρέπει να είναι κοινός στόχος όλων όσοι αναπτύσσουν εκπαιδευτική πολιτική ή/και εργάζονται στο χώρο της παιδείας.

Δράσεις της Επιτρόπου

Ως Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, έχω αναπτύξει σειρά από δράσεις οι οποίες στοχεύουν στην προαγωγή ενός σχολείου για παιδιά με δικαιώματα. Κλείνοντας την παρουσίασή μου αυτή, επιτρέψετε μου να αναφερθώ σε μερικές από αυτές:

· Πρόγραμμα Επισκέψεων της Επιτρόπου στα σχολεία «Δώσε φωνή στην άποψή σου» : Στο πλαίσιο του προγράμματος αυτού επισκέπτομαι σχολεία όλων των βαθμίδων, σε όλες τις περιοχές της Κύπρου. Στη διάρκεια των επισκέψεων έχω την ευκαιρία να συνομιλήσω τόσο με τη διευθυντική ομάδα και το εκπαιδευτικό προσωπικό του σχολείου όσο και με τους εκπροσώπους των μαθητών. Παράλληλα, εκπαιδευτικός λειτουργός του Γραφείου μου προσφέρει εργαστήριο ενδυνάμωσης σε παιδιά από όλα τα τμήματα του σχολείου τα οποία στη συνέχεια αναλαμβάνουν να λειτουργήσουν ως πρεσβευτές των δικαιωμάτων του παιδιού στο σχολείο τους.
· Πρόγραμμα εκπαίδευσης στα ανθρώπινα δικαιώματα για παιδιά στο χώρο του σχολείου με τίτλο «Δικαιοματοχώρα»
· Πρόγραμμα κατάρτισης εκπαιδευτικών στην εκπαίδευση στα ανθρώπινα δικαιώματα για παιδιά.
· Συμμετοχή σε πρόγραμμα μετάφρασης του Compasito, Εγχειρίδιο για την Εκπαίδευση στα Ανθρώπινα Δικαιώματα
· Ανάπτυξη εντύπου για εκπαιδευτικούς με θέμα την Εκπαίδευση στα Ανθρώπινα Δικαιώματα
· Ανάπτυξη εντύπου για μαθητές με θέμα τη συμμετοχή των μαθητών στη λήψη αποφάσεων στο επίπεδο της σχολικής μονάδας
· Συνδρομή στην πρωτοβουλία του Υπουργείου Παιδείας και Πολιτισμού για την ετοιμασία αναλυτικού προγράμματος για την Εκπαίδευση στα Ανθρώπινα Δικαιώματα
· Αποστολή του ημερολογίου της Επιτρόπου, το οποίο έχει ως θεματική τα δικαιώματα του παιδιού σε όλα τα τμήματα, νηπιαγωγείο, δημοτικού, γυμνασίου και λυκείου








Κατεβάστε το αρχείο Word Xairetismos Epitropou.doc


Πίσω στην προηγούμενη σελίδα





Back To Top