Ομιλία της Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Λήδας Κουρσουμπά, στο συνέδριο «Human Rights and Violent Behavior: The Social and Educational Perspective» με θέμα: «Προσεγγίζοντας τη βία κατά των παιδιών στη βάση της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού»,
Πανεπιστήμιο Κύπρου
Παρασκευή, 18 Νοεμβρίου 2011, 17:45
Είναι με ιδιαίτερη χαρά που αποδέχτηκα την πρόσκληση των διοργανωτών του Συνεδρίου, και ειδικότερα, της καθηγήτριας και κατόχου της Έδρας UNESCO για την ισότητα και την ενδυνάμωση των φύλων στο Πανεπιστήμιο Κύπρου, φίλης Μαίρης Κουτσελίνη, να είμαι μια από τις βασικές ομιλήτριες της εναρκτήριας εκδήλωσης του διεθνούς συνεδρίου: «Human Rights and Violent Behavior: The Social and Educational Perspective» για να σας μιλήσω για το θέμα «Προσεγγίζοντας τη βία κατά των παιδιών στη βάση της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού».
Κυρίες και κύριοι,
Στις 22 Ιουλίου 2011, δύο συνεχόμενες και, από κάθε άποψη, αποτρόπαιες πράξεις, συγκλόνισαν μια πόλη και μια χώρα, από τις πλέον φιλήσυχες στον κόσμο και μαζί με αυτές, ολόκληρη την ανθρωπότητα. Οι ειδεχθείς επιθέσεις στην καρδιά του Όσλο κατά απλών πολιτών, αποτυπώνουν μεν ένα απειροελάχιστο μέρος της βίας η οποία εκδηλώνεται σήμερα στον πλανήτη μας, αποκαλύπτουν δε, τον παρασιτικό χαρακτήρα της βίας στις σύγχρονες κοινωνίες, ακόμη και σε αυτές που ονομάζουμε “προχωρημένες” ή αυτές που, φαινομενικά τουλάχιστον, είναι απαλλαγμένες από σοβαρά κρούσματα βίας.
Το περιστατικό αυτό μας φέρνει ενώπιον μιας ιδιαίτερα σκληρής πραγματικότητας: Στην πορεία των χιλιετιών, η βία παραμένει παρούσα και θα ‘λεγα συχνά διατηρεί κυρίαρχο ρόλο σε κάθε, σχεδόν, έκφανση της ανθρώπινης δραστηριότητας. Η πραγματικότητα αυτή μας βοηθά να αντιληφθούμε το μέγεθος του προβλήματος. Όμως, δε μας υποχρεώνει να αποδεχτούμε τη βία και ως αναπόφευκτο μέρος της ανθρώπινης κατάστασης. Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας WHO (2002). World Report on Violence and Health. Edited by Edited by Etienne G. Krug, Linda L. Dahlberg, James A. Mercy, Anthony B. Zwi and Rafael Lozano, σελ. 3, Geneva: WHO.
, «ενώ βιολογικοί και άλλοι παράγοντες είναι δυνατόν να εξηγήσουν μερική από την προδιάθεση για επιθετικότητα, τις περισσότερες φορές αυτοί οι παράγοντες αλληλεπιδρούν με παράγοντες που σχετίζονται με την οικογένεια, την κοινότητα, την κουλτούρα και άλλους εξωτερικούς παράγοντες προκειμένου να δημιουργήσουν μια κατάσταση όπου είναι δυνατόν να εκδηλωθεί η βία». Ως τέτοια, σύμφωνα πάλι με τον ΠΟΫ, «Η βία μπορεί να προληφθεί και τα αποτελέσματά της να περιοριστούν» Δες Σημείωση i,.
Ο απόλυτος σεβασμός στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια κάθε ατόμου και, κατ’ επέκταση, η οικοδόμηση μιας κουλτούρας σεβασμού και διασφάλισης των ανθρωπίνων δικαιωμάτων όλων των ανθρώπων, μπορούν να αποτελέσουν το θεμέλιο λίθο μιας κοινωνίας απαλλαγμένης από τη βία.
Στην προσπάθεια για την οικοδόμηση μιας τέτοιας κοινωνίας, η συμβολή της επιστημονικής έρευνας και γνώσης είναι κάτι περισσότερο από απαραίτητη. Συνέδρια όπως αυτό που μας φιλοξενεί απόψε, δημιουργούν προοπτικές στην επιστημονική γνώση, όχι μόνο για να αναπτυχθεί μέσα από την οικοδόμηση ενός κριτικού διαλόγου στη βάση των ερευνητικών παρουσιάσεων που θα γίνουν, αλλά και να διαχυθεί μέσα από τους επαγγελματίες που θα το παρακολουθήσουν, εμβολιάζοντας, καθημερινές πρακτικές, στάσεις και συμπεριφορές.
Κυρίες και κύριοι,
Η βία, συχνά, πάει χέρι με χέρι με την ισχύ και απορρέει από ιεραρχικές σχέσεις. Επιστρατεύεται, άλλοτε για να επιβεβαιώσει, άλλοτε για να εγκαθιδρύσει και άλλοτε για να αμφισβητήσει, σχέσεις που στηρίζονται σε μια πραγματική ή προσλαμβανόμενη ανισότητα συνδέουσα τα εμπλεκόμενα μέρη. Η βία που στρέφεται ενάντια στα παιδιά (όπως και η βία που στρέφεται ενάντια στις γυναίκες, τους μετανάστες, τους ομοφυλόφιλους, τις εθνικές μειονότητες και άλλες - αποξενωμένες από την εξουσία ή παραμένουσες στο κοινωνικό περιθώριο – ομάδες), εμπίπτει, σε σημαντικό βαθμό, σε αυτή την κατηγορία.
Τα παιδιά, ως ομάδα, βαθιά χαραγμένα από μια παραδοσιακή αντίληψη, που τα θέλει ως ενήλικες εν τω γίγνεσθαι και όχι ως ξεχωριστές/ολοκληρωμένες ανθρώπινες υπάρξεις, με εγγενή αξιοπρέπεια και αναπτυσσόμενη αυτονομία, σε συνάρτηση με τη φυσική τους αδυναμία και την κοινωνική και βιολογική τους εξάρτηση από τους ενήλικες, συνιστούν ένα «θεμιτό» και, ενίοτε, εύκολο στόχο – αποδέχτη βίαιης συμπεριφοράς.
Η βία που στρέφεται ενάντια στα παιδιά είναι, σίγουρα, μια από τις χειρότερες εκφράσεις βίας και ζοφερό στίγμα για όλες τις ανθρώπινες κοινωνίες, διαχρονικά. Όπως εμφατικά τονίζει ο πρώην Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Κόφι Ανάν, προλογίζοντας την πρώτη και εξαιρετικά διεισδυτική Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για το θέμα, «[η] βία κατά των παιδιών διατρέχει κάθε γεωγραφικό, φυλετικό, ταξικό, θρησκευτικό και πολιτισμικό σύνορο. Εμφανίζεται μέσα στα σπίτια, τα σχολεία και τους δρόμους, σε χώρους εργασίας και διασκέδασης, σε κέντρα φροντίδας και κράτησης. Στα άτομα που ασκούν βία περιλαμβάνονται γονείς, μέλη της οικογένειας, εκπαιδευτικοί, φροντιστές, αρχές ασφαλείας και άλλα παιδιά» Anan, K., United Nations Secretary – General(2006). Preface , In Paulo Sérgio Pinheiro, Independent Expert of the United Nations Secretary – General’s Study on Violence against Children, World Report on Violence Against Children, New York: United Nations .
Φίλες και φίλοι,
Σε δύο ημέρες, στις 20 Νοεμβρίου, τιμούμε την 22η επέτειο από την υιοθέτηση της Σύμβασης των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού. Το περιεκτικό και ιδιαίτερα διεξοδικό νομικό κείμενο της Σύμβασης, επαναπροσδιόρισε τη σχέση της Διεθνούς Κοινότητας με τα παιδιά, την πολυπληθέστερη και πλέον ευάλωτη κοινωνική ομάδα, η οποία δεν ασκεί και δεν έχει πρόσβαση στην πολιτική εξουσία. Η Σύμβαση για τα Δικαιώματα του Παιδιού αναγνωρίζει το παιδί και νομικά το κατοχυρώνει ως υποκείμενο δικαιωμάτων.
Η Σύμβαση δεν είναι, φυσικά, η πρώτη Διεθνής Πράξη η οποία κατοχυρώνει τα δικαιώματα του παιδιού. Τόσο η Οικουμενική Διακήρυξη των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου, όσο και τα δύο Σύμφωνα Διεθνές Σύμφωνο Αστικών και Πολιτικών Δικαιωμάτων και Διεθνές Σύμφωνο για τα Οικονομικά, Κοινωνικά και Πολιτιστικά Δικαιώματα που συνοψίζουν κατά νομικό πλέον δεσμευτικό για τα Συμβαλλόμενα Κράτη τρόπο, τα δικαιώματα που περιλαμβάνονται στη Οικουμενική Διακήρυξη, αλλά και σειρά από άλλες Διεθνείς και Περιφερειακές Πράξεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, καλύπτουν και τα παιδιά, καθώς η κατοχύρωση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων γίνεται πάντα στη βάση της μη διάκρισης, της ισότητας και της αναγνώρισης της αξιοπρέπειας κάθε ατόμου, μη αποκλειομένων των παιδιών.
Το πλέον σημαντικό αποτέλεσμα από την υιοθέτηση της Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Παιδιού είναι η προώθηση των σχετικών με την κατάσταση των παιδιών θεμάτων, ως διακριτής πλέον κοινωνικής ομάδας, τόσο στη διεθνή όσο και τις εθνικές πολιτικές ατζέντες.
Η Σύμβαση και τα δύο Συμπληρωματικά σε αυτή Προαιρετικά Πρωτόκολλα, καλύπτοντας το πλήρες φάσμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων σε σχέση με τα παιδιά, θεσμοθετούν διεθνή κριτήρια και καθοδηγητικές αρχές για την ανάπτυξη και εφαρμογή σε εθνικό, περιφερειακό και διεθνές επίπεδο, δράσεων, προγραμμάτων, πολιτικών και νομοθεσιών που να προωθούν και να διασφαλίζουν τα δικαιώματα του παιδιού.
Η Σύμβαση υιοθετεί ένα ιδιαίτερα ευρύ Βλέπε Committee on the Rights of the Child, General Comment No.13 (2011), The right of the child to freedom from all forms of violence, CCR/C/ GC/ 13, 18 April 2011, para. 4. Το ίδιο ορισμό για τη βία υιοθετεί και η Παγκόσμια Έκθεση του Γενικού Γραμματέα των Ηνωμένων Εθνών για τη Βία κατά των Παιδιών. ορισμό για τη βία. Σύμφωνα με αυτό η βία αφορά «κάθε μορφή σωματικής ή πνευματικής βίας, τραυματισμού ή κακομεταχείρισης, παραμέλησης ή πλημμελούς μεταχείρισης, βίαιης μεταχείρισης ή εκμετάλλευσης, συμπεριλαμβανομένης της σεξουαλικής κακομεταχείρισης» [άρθρο 19 (1)].
To άρθρο 19 της Σύμβασης, είναι κεντρικής σημασίας για τις συζητήσεις και τις πολιτικές με στόχο την αντιμετώπιση και την εξάλειψη κάθε μορφής βίας ενάντια στα παιδιά Βλέπε Committee on the Rights of the Child, General Comment No.13 (2011), The right of the child to freedom from all forms of violence, CCR/C/ GC/ 13, 18 April 2011, para. 4. . To συγκεκριμένο άρθρο, καθορίζει την υποχρέωση των κρατών, «να παίρνουν τα κατάλληλα νομοθετικά, διοικητικά, κοινωνικά και εκπαιδευτικά μέτρα», προκειμένου να προστατεύσουν το παιδί από κάθε μορφή βίας, όσο αυτό «βρίσκεται υπό τη φύλαξη των γονέων του ή οποιουδήποτε άλλου προσώπου το έχουν εμπιστευτεί». Το ίδιο άρθρο υποδεικνύει ότι, στα προστατευτικά αυτά μέτρα, περιλαμβάνονται αποτελεσματικές διαδικασίες για την εκπόνηση κοινωνικών προγραμμάτων, που θα αποσκοπούν στην παροχή της απαραίτητης υποστήριξης στο παιδί και σε αυτούς οι οποίοι έχουν τη φύλαξή του, καθώς και για άλλες μορφές πρόληψης και για την επισήμανση, την αναφορά, την παραπομπή, τη διερεύνηση, την περίθαλψη και την παρακολούθηση περιπτώσεων κακομεταχείρισης του παιδιού και, όπου χρειάζεται, για διαδικασίες δικαστικής παρέμβασης.
Σύμφωνα με την Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, η εφαρμογή του άρθρου 19 «συνιστά την πυρηνική πρόνοια για την ανάπτυξη συζητήσεων και στρατηγικών για την αντιμετώπιση και τον περιορισμό όλων των μορφών βίας» Δες σημείωση vi, para. 7 και την προώθηση «κοινωνικής προόδου και καλυτέρων επιπέδων ζωής» και «ελευθερίας, δικαιοσύνης και ειρήνης στον κόσμο» για τη [δημιουργία της] «ανθρώπινης κοινωνίας», στην οποία τα παιδιά έχουν ίση θέση και την ίδια αξία με τους ενήλικες» Δες σημείωση vi, para. 14
Στο Γενικό της Σχόλιο Αρ. 8 η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθών δίνει ιδιαίτερη έμφαση στην ανάγκη για άμεση απαγόρευση από τα Συμβαλλόμενα Κράτη της σωματικής τιμωρίας και κάθε άλλη μορφή ταπεινωτικής τιμωρίας. Σύμφωνα με την Επιτροπή, «η αντιμετώπιση και η εξάλειψη στην οικογένεια, τα σχολεία και άλλα πλαίσια, της διαδεδομένης αποδοχής ή ανοχής της σωματικής τιμωρίας παιδιών, δεν είναι απλά μια υποχρέωση των Κρατών κάτω από τη Σύμβαση. Είναι μια βασική στρατηγική για τη μείωση και την πρόληψη όλων των μορφών βίας στις κοινωνίες Committee on the Rights of the Child, General Comment No. 8 (2006), The right of the child to protection from corporal punishment and other cruel or degrading forms of punishment (arts. 19; 28, para. 2; and 37, inter alia), CRC/C/GC/8, 2 March 2007, para. 3».
Το άρθρο 28 (2) της Σύμβασης, προβλέπει ότι τα Συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να παίρνουν όλα τα κατάλληλα μέτρα ώστε η σχολική πειθαρχία να εφαρμόζεται κατά τρόπο συμβατό με την αξιοπρέπεια του παιδιού ως ανθρώπινου όντος, και σύμφωνα με τις πρόνοιες της Σύμβασης. Όπως χαρακτηριστικά σημειώνει η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών στο Γενικό Σχόλιο Αρ. 1 «Τα παιδιά δεν χάνουν τα δικαιώματά τους όταν διαβαίνουν την είσοδο του σχολείου. Ως εκ τούτου, για παράδειγμα, η εκπαίδευση θα πρέπει να παρέχεται κατά τρόπο που να σέβεται την εγγενή αξιοπρέπεια του παιδιού, να δίνει τη δυνατότητα στο παιδί να εκφράζει τις απόψεις του ελεύθερα σύμφωνα με το άρθρο 12(1) και να συμμετέχει στη σχολική ζωή. Η εκπαίδευση θα πρέπει να παρέχεται κατά τρόπο που να σέβεται τα αυστηρά όρια της πειθαρχίας, όπως αυτά αντανακλώνται στο άρθρο 28(2) και να προωθεί τη μη βία στο σχολείο» General Comment No.1 (2001), The aims of education, CCR/ C/ CC/ 1, 17 April 2001, para. 8.
Μια σειρά άλλες πρόνοιες της Σύμβασης έρχονται να ενισχύσουν την προστασία των παιδιών από κάθε μορφής βία. Τα άρθρα 32 μέχρι 36 κατοχυρώνουν το δικαίωμα του παιδιού για προστασία από διάφορες μορφές εκμετάλλευσης: «την οικονομική εκμετάλλευση από την εκτέλεση οποιασδήποτε εργασίας που ενέχει κινδύνους ή που μπορεί να παρακωλύσει την εκπαίδευσή του ή να βλάψει την υγεία του ή τη σωματική, πνευματική, ψυχική, ηθική ή κοινωνική ανάπτυξή του» (άρθρο 32), «την παράνομη χρήση ναρκωτικών και ψυχότροπων ουσιών», και τη χρησιμοποίηση του «στην παραγωγή και την παράνομη διακίνηση αυτών των ουσιών» (άρθρο 33), «από κάθε μορφή σεξουαλικής εκμετάλλευσης και σεξουαλικής βίας» (άρθρο 34), από «απαγωγή, πώληση ή δουλεμπόριο παιδιών» (άρθρο 35) και «κάθε άλλη μορφή εκμετάλλευσης επιβλαβούς για την ευημερία του» (άρθρο 36). Το άρθρο 37 δεσμεύει τα Κράτη ώστε τα παιδιά «να μην υποβάλλονται σε βασανιστήρια ή σε άλλες σκληρές, απάνθρωπες ή εξευτελιστικές τιμωρίες ή μεταχείριση»· ενώ το άρθρο 38 δεσμεύει τα Συμβαλλόμενα Κράτη να σέβονται και να διασφαλίζουν το σεβασμό στους κανόνες του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου σε περίπτωση ένοπλης σύρραξης, επεκτείνοντας το στην προστασία των παιδιών. Το άρθρο 40 διασφαλίζει την προστασία των παιδιών που βρίσκονται ενώπιον της δικαιοσύνης.
Άλλες γενικότερες υποχρεώσεις των Κρατών – σχετιζόμενες ειδικότερα με τη λήψη μέτρων πρόληψης της βίας – περιλαμβάνονται στο άρθρο 24, που αφορά το δικαίωμα στην υγεία και την πρόσβαση σε υπηρεσίες υγείας, τα άρθρα 28 και 29 που αναφέρονται στο δικαίωμα στην εκπαίδευση, και το άρθρο 27 που αφορά την εξασφάλιση ενός επαρκούς επιπέδου ζωής.
Κλείνοντας αυτή την πολύ σύντομη, και καθόλου εξαντλητική αναφορά στα άρθρα της Σύμβασης, τα οποία διασφαλίζουν την προστασία του παιδιού από κάθε μορφής βία, θεωρώ αναγκαίο να υπογραμμίσω ότι, η Σύμβαση, συνιστά ένα ενιαίο κείμενο με αλληλεξαρτόμενα και αλληλοσυνδεόμενα άρθρα και πρόνοιες. Ως εκ τούτου, κάθε αποσπασματική προσέγγιση των δικαιωμάτων του παιδιού βρίσκεται εκτός του πνεύματος που διαπνέει το κείμενο. Η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για τα Δικαιώματα του Παιδιού, προκειμένου να υπογραμμίσει περαιτέρω τον ολιστικό χαρακτήρα της Σύμβασης, καθόρισε τέσσερα άρθρα της Σύμβασης, το άρθρο 2, το άρθρο 3, το άρθρο 6 και το άρθρο 12, ως τέσσερις βασικές αρχές της Σύμβασης οι οποίες θα πρέπει να καθοδηγούν την εφαρμογή κάθε άρθρου ξεχωριστά.
Σύμφωνα με το άρθρο 2 όλα τα δικαιώματα που κατοχυρώνονται στη Σύμβαση αφορούν όλα τα παιδιά και καθένα ξεχωριστά χωρίς καμιά διάκριση. Ταυτόχρονα προβλέπει την ευθύνη του κράτους να προστατεύει τα παιδιά από κάθε μορφής δυσμενή διάκριση. Το άρθρο 3 εισάγει την αρχή της διασφάλισης του συμφέροντος του παιδιού, δηλαδή, σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από δικαστήρια, διοικητικές αρχές ή από νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού. Το εγγενές δικαίωμα του παιδιού στη ζωή και η λήψη μέτρων για την εξασφάλιση, στο μεγαλύτερο δυνατό βαθμό, της επιβίωσης και της ανάπτυξης του παιδιού είναι επίσης μια από τις βασικές αρχές της Σύμβασης (άρθρο 6). Τέλος, το άρθρο 12 εισάγει την αρχή της συμμετοχής, δηλαδή, κατοχυρώνει στο παιδί, που είναι ικανό να σχηματίσει τις δικές του απόψεις, το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης των απόψεών του σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που το αφορά, δίνοντας στις απόψεις του παιδιού το απαιτούμενο βάρος σύμφωνα με την ηλικία και το βαθμό ωριμότητάς του.
Κάθε προσπάθεια για τη διασφάλιση των δικαιωμάτων του παιδιού, και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων εν γένει, παραμένει ημιτελής, εάν και εφόσον αυτή περιορίζεται στην ετοιμασία και υιοθέτηση διεθνών και περιφερειακών συμβάσεων ή την ανάπτυξη και την ψήφιση εθνικών νομοθεσιών. Τα νομικά κείμενα είναι απαραίτητα, καθότι ορίζουν το θεσμικό πλαίσιο μέσα στο οποίο θα πρέπει να χαραχθούν ευρύτερες πολιτικές και να εφαρμοστούν, κατά τρόπο συνεπή και συστηματικό σχετικά προγράμματα, δράσεις και παρεμβάσεις. Ωστόσο, η ουσιαστική απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων από κάθε άτομο ξεχωριστά, αλλά και κάθε ομάδα του πληθυσμού, περιλαμβανομένων των παιδιών, προϋποθέτει την καλλιέργεια, τη διάχυση και την εμπέδωση στην κοινωνία μιας κουλτούρας ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Πρόκειται για ένα ανοιχτό και διαρκές διακύβευμα καθώς, πρωτίστως και πάνω από όλα, είναι θέμα καθημερινών νοοτροπιών και πρακτικών, στάσεων και συμπεριφορών.
Όπως εμφαντικά σημειώνει στην Έκθεση του για τη Βία κατά των Παιδιών, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών UN Secretary General's Report on Violence against Children, 29/08/2006, para. 91. : «Δε χωράνε πλέον άλλες δικαιολογίες. Τα Κράτη Μέλη θα πρέπει να ενεργήσουν τώρα, κατ’ επειγόντως, για να εκπληρώσουν τις υποχρεώσεις τους σε ότι αφορά τα ανθρώπινα δικαιώματα και άλλες δεσμεύσεις τους για να διασφαλίσουν την προστασία του παιδιού από κάθε μορφής βία. Ενώ οι νομικές υποχρεώσεις αφορούν τα Κράτη, όλοι οι τομείς της κοινωνίας, όλα τα άτομα, έχουν μερίδιο στην ευθύνη να καταδικάζουν και να προλαμβάνουν τη βία ενάντια στα παιδιά, και να ανταποκρίνονται στα παιδιά θύματα. Κανείς από μας δεν θα μπορεί να κοιτάξει τα παιδιά στα μάτια, εάν συνεχίσουμε να εγκρίνουμε ή να ανεχόμαστε οποιαδήποτε μορφή βίας εναντίον τους».
Κυρίες και κύριοι,
Στη χώρα μας, ενδεχομένως, το πρόβλημα της βίας κατά των παιδιών να μην απαντάται στην ίδια – σε ορισμένες περιπτώσεις τρομακτική – έκταση και μέγεθος που προσλαμβάνει σε άλλες περιοχές του πλανήτη. Αυτό είναι σίγουρα αισιόδοξο. Ωστόσο δεν πρέπει να μας εφησυχάζει. Τα παιδιά (και) στην Κύπρο, μεγαλώνουν σε ένα περιβάλλον στο οποίο η βία δεν είναι μια άγνωστη παράμετρος. Αντίθετα, πολλές φορές, προβάλλεται ως ο κανόνας και το μοναδικό μέσο επίλυσης διαφορών και διαφωνιών. Σε ένα τέτοιο περιβάλλον, σε συνδυασμό με την αδυναμία μας ως κοινωνία να τα αναγνωρίσουμε ως ισότιμους με τους ενήλικες πολίτες, τα παιδιά προβάλλουν συχνά πυκνά ως ο εύκολος στόχος βίαιων και κακοποιητικών συμπεριφορών.
Η ενδοοικογενειακή βία εναντίον των παιδιών, περιλαμβανομένης της σεξουαλικής παραβίασης, μιας από τις ειδεχθέστερες μορφές βίας κατά των παιδιών, είναι, δυστυχώς, πραγματικότητα και στην πατρίδα μας. Θέμα ταμπού και συνδεδεμένο με μια κουλτούρα αποσιώπησης και ντροπής, η βία κατά των παιδιών στο πλαίσιο της οικογένειας, παραμένει, το σιωπηλό μυστικό της κοινωνίας μας. Η απουσία ενός αποτελεσματικού εθνικού συστήματος καταγραφής, καθιστά τον εντοπισμό της έκτασης του προβλήματος ιδιαίτερα δύσκολο εγχείρημα. Το πρόβλημα, όμως, είναι εδώ και οφείλουμε να το αντιμετωπίσουμε.
Η εθνική νομοθεσία Οι περί Βίας στην Οικογένεια (Πρόληψη και Προστασία Θυμάτων) Νόμοι του 2000 [119(Ι)/2000] και του 2004 [212(Ι)/2004] καθώς και ο περί Καταπολέμησης της Εμπορίας και της Εκμετάλλευσης Προσώπων και της Προστασίας των Θυμάτων Νόμος του 2007 [87(Ι)/2007] σε συνάρτηση με τις Διεθνείς και Περιφερειακές Πράξεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων συνιστούν ένα ισχυρό εργαλείο στα χέρια των αρχών για την πάταξη του φαινομένου. Σημειώνω εδώ ότι, στην παρούσα συγκυρία, προωθείται η επικύρωση της Σύμβαση του Συμβουλίου της Ευρώπης για την Προστασία των Παιδιών από τη Σεξουαλική Εκμετάλλευση και τη Σεξουαλική Κακοποίηση (Lanzarote, 25.x.2007), η οποία θα ενισχύσει περαιτέρω το θεσμικό πλαίσιο προστασίας των παιδιών.
Παράλληλα, και πέραν της ενίσχυσης του θεσμικού πλαισίου, είναι απόλυτης προτεραιότητας η υιοθέτηση και ανάπτυξη σφαιρικών πολιτικών και η εφαρμογή ικανοποιητικών και αποτελεσματικών προγραμμάτων. Πολύ επιγραμματικά θα έλεγα ότι, χρειάζεται: μια γενικότερη κινητοποίηση, ενημέρωση και ευαισθητοποίηση της ευρύτερης κοινωνίας· στήριξη της οικογένειας με προγράμματα που αφορούν την άσκηση του θετικού γονικού ρόλου· ενεργότερη εμπλοκή του σχολείου και των εκπαιδευτικών, των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας, και άλλων επαγγελματιών που ασχολούνται με την οικογένεια και το παιδί, για τον εντοπισμό περιστατικών, αλλά και για την ευαισθητοποίηση των παιδιών και των ενηλίκων. Και, φυσικά, ενδυνάμωση των ίδιων των παιδιών, τόσο στο πλαίσιο της οικογένειας όσο και στο σχολικό πλαίσιο, με κατάλληλα εκπαιδευτικά προγράμματα. Στην προσπάθεια αυτή, η συμβολή των ΜΜΕ είναι, χωρίς αμφιβολία, επίσης, ιδιαίτερα σημαντική.
Κυρίες και κύριοι,
Η Έκθεση των Ηνωμένων Εθνών για τη βία κατά των παιδιών επικεντρώνεται σε ένα διφυές, πλην σαφές και ξεκάθαρο, μήνυμα: «καμιά μορφή βίας εναντίον των παιδιών δεν μπορεί να δικαιολογηθεί∙ η βία κατά των παιδιών στο σύνολό της μπορεί να προληφθεί» Δες σημείωση iii, para. 1. Η πρόκληση είναι σαφής. Το ερώτημα που τίθεται, κυρίες και κύριοι, είναι, κατά πόσο είμαστε έτοιμοι, ως συντεταγμένη πολιτεία, ως κοινωνία και ως άτομα ο καθένας και η καθεμία ξεχωριστά, να ανταποκριθούμε σε αυτή.
Κλείνοντας, θέλω να ευχηθώ κάθε επιτυχία στις εργασίες του συνεδρίου.
ΟΜΙΛΙΑ ΕΠΙΤΡΟΠΟΥl-.doc
Πίσω στην προηγούμενη σελίδα