Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού Μετάβαση στο περιεχόμενο

Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού

Ανεξάρτητος Εθνικός Οργανισμός Δικαιωμάτων του Παιδιού - Κύπρος


Εισαγωγή

Η σταθερή και μεγάλη αύξηση του αριθμού των διαζυγίων τις τελευταίες δεκαετίες αποτελεί πλέον γεγονός και στην κυπριακή πραγματικότητα όπως παράλληλα και η αντίστοιχη αύξηση του αριθμού των παιδιών που ζουν με τον ένα γονέα και διατηρούν επαφή με τον άλλο. Δεν θα επεκταθώ σε θεωρητικές προσεγγίσεις γύρω από τις αιτίες του κοινωνικού φαινομένου αλλά θέλω να τονίσω πως ως Επίτροπος Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού θέτω το συμφέρον των παιδιών που εμπλέκονται, ως πρωταρχικής σημασίας, και θέλω, ταυτόχρονα, να τονίσω τη σπουδαιότητα του ρόλου της ποιοτικής επικοινωνίας και των δύο γονιών στη διαδικασία προσαρμογής του παιδιού στο χωρισμό, της συνεργασίας και της κοινής στάσης στη διαπαιδαγώγηση των παιδιών μεταξύ των γονιών που χωρίζουν. Το διαζύγιο προκαλεί σε όλες τις περιπτώσεις πόνο στα παιδιά ανεξαρτήτως ηλικίας, γι΄αυτό και οι γονείς χρειάζεται να έχουν πάντοτε υπόψη τους ότι ένα διαζύγιο δεν τελειώνει τη σχέση μεταξύ τους αλλά αλλάζει τους κανόνες της σχέσης τους.

Είναι ιδιαίτερα σημαντικό οι γονείς που χωρίζουν να μην χρησιμοποιούν τα παιδιά τους ως μέσο για τη διεκδίκηση παροχών (διαζύγιο, διατροφή, περιουσιακά) ή ως μέσο συναισθηματικής εκδίκησης και/ή εκβιασμού προς τον άλλο γονιό. Το συμφέρον του παιδιού και η ψυχολογική του υγεία πρέπει να είναι τα κυρίαρχα στοιχεία.

Διαχρονικές έρευνες επισημαίνουν τη σπουδαιότητα ορισμένων καθοριστικών παραγόντων που διευκολύνουν τη μακροχρόνια προσαρμογή των παιδιών στο χωρισμό των γονιών τους. Μεταξύ αυτών αναφέρονται:

1. Οι όσο το δυνατό μικρές οικονομικές επιπτώσεις στη μονογονεική οικογένεια και στις συνθήκες διαβίωσης του γονιού που αναλαμβάνει τη φύλαξη των παιδιών.
2. Οι περιορισμένες συγκρούσεις και η μειωμένη εχθρότητα μεταξύ των γονιών.
3. Η ικανότητα των γονιών να καλύπτουν τις συναισθηματικές ανάγκες των παιδιών τους.
4. Η συνέπεια και η κοινή στάση των γονιών μετά το χωρισμό ως προς την ανατροφή, τη διαπαιδαγώγηση και την επίβλεψη των παιδιών και η ικανότητα του γονιού που έχει την επιμέλεια για την κατάλληλη διαπαιδαγώγηση και επίβλεψη του παιδιού.
5. Η αποδοχή, η αγάπη και οι θετικές σχέσεις του παιδιού και με τους δύο γονείς.
6. Κλίμα που να επιτρέπει τη συναισθηματική έκφραση του παιδιού.
7. Η μεγαλύτερη συχνότητα και συνέπεια στην επικοινωνία και επαφή με το γονέα που δεν έχει την επιμέλεια.
8. Η στήριξη της μονογονεικής οικογένειας από την ευρύτερη οικογένεια.


Νομοθετικό Πλαίσιο:

1. Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Παιδιού

· Σε όλες τις αποφάσεις που αφορούν τα παιδιά, είτε αυτές λαμβάνονται από δημόσιους ή ιδιωτικούς οργανισμούς κοινωνικής ευημερίας, είτε από τα δικαστήρια , τις διοικητικές αρχές ή από τα νομοθετικά όργανα, πρέπει να λαμβάνεται πρωτίστως υπόψη το συμφέρον του παιδιού [Άρθρο 3.-(1) ].

· Τα Συμβαλλόμενα Κράτη μεριμνούν ώστε το παιδί να μην αποχωρίζεται από τους γονείς του, παρά τη θέλησή τους, εκτός αν οι αρμόδιες αρχές αποφασίσουν, με την επιφύλαξη δικαστικής αναθεώρησης και σύμφωνα με τους εφαρμόσιμους νόμους και διαδικασίες, ότι ο χωρισμός αυτός είναι αναγκαίος για το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού. Μια τέτοια απόφαση μπορεί να είναι αναγκαία σε ειδικές περιπτώσεις, για παράδειγμα όταν οι γονείς κακομεταχειρίζονται ή παραμελούν το παιδί, ή όταν ζουν χωριστά και πρέπει να ληφθεί απόφαση σχετικά με τον τόπο διαμονής του παιδιού [Άρθρο 9.-(1) ].

· Τα Συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να σέβονται το δικαίωμα του παιδιού που ζει χωριστά από τους δύο γονείς του ή από τον ένα από αυτούς να διατηρεί προσωπικές σχέσεις και να έχει άμεση επαφή με τους δύο γονείς του, τακτικά, εκτός εάν αυτό είναι αντίθετο με το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού [Άρθρο 9.-(3) ] .

· Τα Συμβαλλόμενα Κράτη καταβάλλουν κάθε δυνατή προσπάθεια για την εξασφάλιση της αναγνώρισης της αρχής σύμφωνα με ην οποία και οι δύο γονείς φέρουν κοινή ευθύνη ως προς την ανατροφή του παιδιού και την ανάπτυξη του. Η ευθύνη για την ανατροφή του παιδιού και για την ανάπτυξή του ανήκει κατά κύριο λόγο στους γονείς ή ανάλογα με την περίπτωση, στους νόμιμους κηδεμόνες του. Το υπέρτατο συμφέρον του παιδιού πρέπει να αποτελεί τη βασική τους μέριμνα [Άρθρο 18.-(1) ].

· Για την εγγύηση και την προώθηση των δικαιωμάτων που εκφράζονται στην παρούσα Σύμβαση, τα Συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να παρέχουν την κατάλληλη βοήθεια στους γονείς και στους νόμιμους κηδεμόνες του παιδιού, κατά την εκτέλεση των καθηκόντων τους για την ανατροφή του παιδιού, και να εξασφαλίζουν την ανάπτυξη ιδρυμάτων, διευκολύνσεων και υπηρεσιών για την φροντίδα των παιδιών [Άρθρο 18.-(2)].

· Τα Συμβαλλόμενα Κράτη αναγνωρίζουν το δικαίωμα κάθε παιδιού για ένα επίπεδο ζωής που να είναι κατάλληλο για τη σωματική, πνευματική, ψυχική , ηθική και κοινωνική ανάπτυξή του [Άρθρο 27.-(1)].

· Τα Συμβαλλόμενα Κράτη οφείλουν να διασφαλίζουν στο παιδί που είναι ικανό να σχηματίσει τις δικές του απόψεις, το δικαίωμα ελεύθερης έκφρασης των απόψεών του σχετικά με οποιοδήποτε θέμα που το αφορά, δίνοντας στις απόψεις του παιδιού το απαιτούμενο βάρος σύμφωνα με την ηλικία του και το βαθμό ωριμότητάς του [Άρθρο 12.-(1)].

2. Ο Περί Σχέσεων Γονέων και Τέκνων Νόμος του 1990 έως 2008

Σημαντικότερες πρόνοιες:

· H μέριμνα για το ανήλικο τέκνο είναι καθήκον και δικαίωμα των γονέων οι οποίοι το ασκούν από κοινού [Άρθρο 5.-(1)(α) ].
· Ο γονέας με τον οποίο δε διαμένει το τέκνο διατηρεί το δικαίωμα της προσωπικής επικοινωνίας με αυτό [Άρθρο 17.-(1) ].
· Κάθε απόφαση των γονέων σχετικά με την άσκηση της γονικής μέριμνας πρέπει να αποβλέπει στο συμφέρον του τέκνου [Άρθρο 6.-(1) ].
· Στο συμφέρον του τέκνου πρέπει να αποβλέπει και η απόφαση του Δικαστηρίου όταν, κατά τις διατάξεις του νόμου, το Δικαστήριο αποφασίζει σχετικά με την ανάθεση της γονικής μέριμνας ή με τον τρόπο άσκησής της [Άρθρο 6.-(2)(α) ].
· Η απόφαση του Δικαστηρίου πρέπει επίσης να σέβεται την ισότητα μεταξύ των γονέων και να μην κάνει διακρίσεις με βάση το φύλο, τη γλώσσα, της θρησκεία, τις πεποιθήσεις, την ιθαγένεια, την εθνική ή κοινωνική προέλευση ή την περιουσία [Άρθρο 6.-(2)(β)].
· Ανάλογα με την ωριμότητα του τέκνου και στο βαθμό που μπορεί να αντιληφθεί, πρέπει να ζητείται και να συνεκτιμάται η γνώμη του πριν από κάθε απόφαση σχετικά με τη γονική μέριμνα, εφόσον η απόφαση αφορά τα συμφέροντά του [Άρθρο 6.-(3) ].


Πληροφόρηση γύρω από τα θέματα Γονικής Μέριμνας:

Η υποβολή παραπόνων στο Γραφείο Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού είναι ένας τρόπος ενημέρωσης για καταστάσεις που δυνατό να παραβιάζουν τα δικαιώματα του παιδιού. Βασικός σκοπός και στόχος είναι, μέσω των παραπόνων, να ελέγχω και να αξιολογώ κατά πόσο οι υφιστάμενες νομοθεσίες, αποφάσεις, πολιτικές, διαδικασίες και πρακτικές συνάδουν με τα κατοχυρωμένα δικαιώματα του παιδιού. Όπου εντοπίζονται παραβιάσεις και/ή αποκλίσεις προχωρώ με παρεμβάσεις προς όλους τους αρμόδιους φορείς και προβαίνω σε συστάσεις και εισηγήσεις για διόρθωση τους. Οι συστάσεις μου πάντοτε αποστέλλονται και στους αρμόδιους Υπουργούς. Η ίδια διαδικασία τηρείται και για θέματα που αυτεπάγγελτα κρίνω ότι πρέπει να τύχουν διερεύνησης.

Μέσα στον ενάμιση περίπου χρόνο λειτουργίας του θεσμού του Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού, λήφθηκε σημαντικός αριθμός παραπόνων που αφορούσαν προβλήματα/δυσκολίες συνέπεια χωρισμού των γονιών. Τα παράπονα είχαν κυρίως σχέση με δυσκολίες των γονιών να επικοινωνήσουν μεταξύ τους για θέματα που αφορούν τη γονική μέριμνα των παιδιών τους και καταλήγουν σε κρατικές Υπηρεσίες (π.χ Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας, Ψυχιατρικές Υπηρεσίες) ή το Δικαστήριο για επίλυση των διαφορών τους. Υπήρξαν παράπονα για τη χρονοβόρα διαδικασία που απαιτείται για ετοιμασία των σχετικών εκθέσεων προς το Οικογενειακό Δικαστήριο από τις Υπηρεσίες Κοινωνικής Ευημερίας. Η καθυστέρηση φαίνεται να έχει άμεση σχέση με το μεγάλο αριθμό περιπτώσεων που είναι επιφορτισμένοι οι Λειτουργοί Ευημερίας που έχει ως αποτέλεσμα την αναβολή των περιπτώσεων για μεγάλα χρονικά διαστήματα. Το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί από την υποβολή της αίτησης μέχρι και την κατάθεση της έκθεσης μπορεί και να υπερβαίνει τον ένα χρόνο και τούτο παραβιάζει σοβαρά τα συμφέροντα των παιδιών που εμπλέκονται όπως και βασικά τους δικαιώματα.

Υπήρξαν δε και παράπονα για μη ικανοποιητική κρατική οικονομική στήριξη του κράτους προς μονογονεικές οικογένειες.

Τα παράπονα αφορούν επίσης ισχυρισμούς για κακούς χειρισμούς από πλευράς των Λειτουργών και αυτά παραπέμπονται στην αρμόδια Υπηρεσία για διερεύνηση.

Μεγάλο επίσης μέρος των παραπόνων έχουν σχέση με καθυστερήσεις στην έγκαιρη εκδίκαση υποθέσεων που αφορούν παιδιά από τα Οικογενειακά Δικαστήρια και ότι οι αποφάσεις των Δικαστηρίων δεν είναι εστιασμένες πολλές φορές στο συμφέρον του παιδιού.

Έχοντας όλη την πιο πάνω πληροφόρηση έθεσα το θέμα «Παιδιά και Δικαστικό Σύστημα» ανάμεσα στις προτεραιότητες του Γραφείου μου τόσο για το 2008 όσο και για το 2009. Θεωρώ ότι υπάρχουν πολλά που χρειάζεται να γίνουν προκειμένου να διασφαλιστούν τα συμφέροντα των παιδιών τα οποία βρίσκονται για οποιοδήποτε λόγο ενώπιον Δικαστηρίων. Η συνεργασία του θεσμού του Επιτρόπου Προστασίας των Δικαιωμάτων του Παιδιού με Δικαστές για προώθηση της εφαρμογής της αρχής του καλύτερου συμφέροντος του παιδιού χρειάζεται να ξεκινήσει αμέσως. Προγραμματίζεται εκδήλωση/γεύμα εργασίας, στο οποίο θα παρευρεθεί Ευρωπαίος δικαστής μέλος της Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων για τα Δικαιώματα του Παιδιού, για να μιλήσει σχετικά με το θέμα, στο οποίο θα προσκληθούν Κύπριοι Δικαστές.

Το Γραφείο μου έχει περιλάβει στον Προϋπολογισμό για το 2009 κονδύλι για την ετοιμασία όρων εντολής για αγορά υπηρεσιών από ιδιώτες δικηγόρους για την άσκηση της αρμοδιότητας του Επιτρόπου για υποβολή αιτήσεων, εκ μέρους οποιουδήποτε παιδιού, για διορισμό ειδικού αντιπροσώπου σε δικαστικές διαδικασίες που το επηρεάζουν, όπου ο Νόμος ή το Δικαστήριο θέλει να αποκλείσει τα πρόσωπα που έχουν τη γονική ευθύνη να αντιπροσωπεύουν το παιδί, ως αποτέλεσμα σύγκρουσης συμφερόντων με το τελευταίο Άρθρο 4 (1) (ζ) του Νόμου 74(I)/2007.


Εισηγήσεις προς αντιμετώπιση των προβλημάτων που παρουσιάζονται:

1. Ενίσχυση από πλευράς των Υπηρεσιών Κοινωνικής Ευημερίας των υφιστάμενων δομών και ιδιαίτερα εξειδικευμένων οι οποίες έχουν ως στόχο τη στήριξη και ενδυνάμωση της οικογένειας .

2. Αποτελεσματικότερη χρήση του σχετικού Νόμου (Ο περί Δημοσίων Βοηθημάτων και Υπηρεσιών Νόμος) για την οικονομική και πρακτική ενίσχυση της οικογένειας.

3. Η συνεχής ενδοϋπηρεσιακή εκπαίδευση των επαγγελματιών που ασχολούνται με τέτοιες περιπτώσεις έτσι που οι παρεμβάσεις τους να είναι περισσότερο στοχευμένες και κυρίως προς το συμφέρον των παιδιών που εμπλέκονται.

4. Ενίσχυση του αριθμού των Λειτουργών που επιλαμβάνονται υποθέσεις ενώπιον Δικαστηρίου για ετοιμασία των εκθέσεων προς το Δικαστήριο έγκαιρα για αποφυγή παραβίασης Δικαιωμάτων του Παιδιού.

5. Συντονισμός κρατικών Υπηρεσιών για λειτουργία πολυθεματικών ομάδων σε πολύ δύσκολές περιπτώσεις χωρίς καθυστερήσεις.

6. Λειτουργία προγραμμάτων ανάπτυξης του θετικού γονικού ρόλου.







Πίσω στην προηγούμενη σελίδα





Back To Top